Στο διώροφο κτίριο (χρόνος ανέγερσης: 1959) το οποίο διαθέτει τέσσερα διαμερίσματα τα οποία αναπτύσσονται εκατέρωθεν του κλιμακοστασίου, ζητήθηκε η προσθήκη β’ ορόφου με εξάντληση του υπολειπόμενου συντελεστή δόμησης. Η πρόταση της προσθήκης πρότεινε έναν ελαφρύ μεταλλικό σκελετό ο οποίος εδράζεται σε μεταλλικούς στρωτήρες στην πλάκα από οπλισμένο σκυρόδεμα του υφιστάμενου κτιρίου. Εξωτερικά η όψη της προσθήκης διαφοροποιείται σκόπιμα από την υπόλοιπη μορφολογία και αναφορές του κτιρίου. Επιλέγεται η επένδυση του κτιρίου με φύλλα ψευδαργύρου “zinc”. Τα ανοίγματα ακολουθούν μία διαφορετική διάταξη και υπαγορεύονται από τις λειτουργικές ανάγκες της νέας κάτοψης. Η μορφολογική σύνδεση με το υφιστάμενο κτίσμα προκύπτει με την κατακόρυφη επέκταση και επανάληψη των υαλοστασίων του κλιμακοστασίου. Η κατακόρυφη επικοινωνία γίνεται με την προσθήκη μεταλλικής σκάλας η οποία παραλαμβάνει την κίνηση από το πλατύσκαλο του 1ου ορόφου.

 

 

 

 

 

 

 

 


info